Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

ΦΠΑ στις νομικές υπηρεσίες : Υπονόμευση του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη, του δικηγορικού απορρήτου και της αρχής της ισότητας



        “Στόχος και δέσμευσή μας είναι: Να επεκταθεί η μείωση του ΦΠΑ και σε άλλους κλάδους”. Με την πρόσφατη αυτή εξαγγελία (μπορείτε να τη δείτε εδώ) ο Πρωθυπουργός άνοιξε εκ νέου τη συζήτηση για το προσήκον μέτρο κατά την επιβολή ΦΠΑ.


Η ένταξη της παροχής νομικών υπηρεσιών στο καθεστώς (πλήρους) ΦΠΑ προκαλεί δικαιοπολιτικό προβληματισμό αναφορικά με ζητήματα που υπερβαίνουν κατά τα συντεχνιακά συμφέροντα των δικηγόρων. Αφορούν πρωτίστως την διασφάλιση του δικηγορικού απορρήτου, την εξασφάλιση ουσιαστικής δυνατότητας πρόσβασης στη δικαιοσύνη για τους πιο αδύναμους πολίτες και την τήρηση της αρχής της ισότητας.
Η υπαγωγή των νομικών υπηρεσιών στο καθεστώς ΦΠΑ εγείρει τρία εξόχως σοβαρά ζητήματα που δεν έχουν επαρκώς ως τώρα συζητηθεί στο δημόσιο διάλογο:

Παραβίαση δικηγορικού απορρήτου: Με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΦΠΑ ο δικηγόρος αναγκάζεται να αποκαλύπτει στην φορολογική αρχή (και επομένως στο δημόσιο) τους εντολείς του και τις δικονομικές, διαδικαστικές ή άλλες ενέργειες στις οποίες προβαίνει. Είναι προφανές ότι τούτο είναι ακόμη περισσότερο προβληματικό όταν αντίδικος είναι το ίδιο το δημόσιο, καθώς ο διοικούμενος διάδικος αναγκάζεται έμμεσα να αποκαλύπτει την υπερασπιστική του γραμμή.
Παραβίαση της αρχής της δικονομικής ισότητας / της αρχής της ισότητας των όπλων των διαδίκων: Όταν αντιδικεί φυσικό πρόσωπο με νομικό πρόσωπο η επιβολή ΦΠΑ επιβαρύνει δυσανάλογα το φυσικό πρόσωπο, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας των διαδίκων. Τούτο διότι το νομικό πρόσωπο, σε αντίθεση με το φυσικό πρόσωπο, μπορεί να συμψηφίζει τον ΦΠΑ που καταβάλλει, ο οποίος τελικώς εκπίπτεται. Αντίθετα το φυσικό πρόσωπο (καίτοι εξ ορισμού αποτελεί το αδύναμο μέρος) δεν μπορεί να συμψηφίσει τον ΦΠΑ που καλείται να καταβάλει επί της δικηγορικής αμοιβής.
Παραβίαση της αρχής της ισότητας. Η άνιση μεταχείριση μεταξύ ιατρικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών αφ’ ενός (που εξαιρούνται του ΦΠΑ κατ’ άρθρο 22 ν. 2859/2000) και νομικών υπηρεσιών αφ’ ετέρου δεν δικαιολογείται αντικειμενικώς. Τούτο διότι τόσο η πρόσβαση στην υγεία και την εκπαίδευση, όσο και η πρόσβαση στη δικαιοσύνη έχουν ισότιμο συνταγματικό έρεισμα (Συντ. 5,16, 20, 22). Η ανόμοια μεταχείρισή τους προσβάλλει συνεπώς την αρχή της αναλογικής ή διαφοροποιητικής ισότητας.

H απαλλαγή -ή πάντως μείωση του ΦΠΑ στο 13%- επί των νομικών υπηρεσιών άπτεται, συνεπώς, αγαθών που υπερβαίνουν κατά πολύ την δικηγορική ύλη και το δικηγορικό σώμα. Αφορά πρωτίστως την ελευθερία και την κοινωνική προστασία των αδυνάτων (Συντ. 5, 21). Μας θυμίζει, εν τέλει, την προσφυή διατύπωση του  Lacordaire : «Ανάμεσα στον ισχυρό και στον αδύνατο, τον πλούσιο και τον φτωχό, τον αφέντη και τον υπηρέτη, είναι η ελευθερία που καταπιέζει και ο νόμος που ελευθερώνει». Αν συμβεί ο νόμος να κάνει το αντίθετο και να λειτουργεί σε βάρος του αδυνάτου, έχουμε χρέος να συμβάλουμε στον επαναπροσανατολισμό του στην  δικαιοπολιτικώς ορθή κατεύθυνση.




Πηγή:  http://greeklaw.wordpress.com
*Το πρωτότυπο κείμενο περιέχει και τον πίνακα ζωγραφική: Petrus Christus , «A Goldsmith in his Shop”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.